Ω σύ μεγάλο άστρο. Ποιά θα ήταν η ευτυχία σου, αν δεν υπήρχαν όλοι αυτοί για τους οποίους λάμπεις;
Ερχόσουνα εδώ ως την σπηλιά μου για δέκα χρόνια* θα είχες κουραστεί από το φως σου κι απ'το ταξίδι σου αυτό, χωρίς εμένα, τον αητό μου και το φίδι μου.
Αλλά εμείς σε περιμέναμε κάθε πρωί, παίρναμε το περίσσευμα σου και σ'ευλογούσαμε γι'αυτό.
Μα κοίταξε. Μου γίνε βάρος πια η σοφία μου και σα μια μέλισσα που μάζεψε μέλι πολύ, έχω ανάγκη από χέρια που ν'απλώνονται προς εμένα για να την πάρουν.
Θα μου άρεσε να τη δώσω, να τη μοιράσω, μέχρι που οι σοφότεροι από τους ανθρώπους, να γίνουν πάλι ευτυχείς μες τη μωρία τους, και οι φτωχοί να γίνουν ευτυχείς μέσα στα πλούτη τους.
Εν τέλει πρέπει να κατέβω προς τα βάθη, όπως κι εσύ που κάθε βράδυ, πηγαίνεις πίσω στη θάλασσα και φέρνεις το φως σου στον κάτω κόσμο, ω άστρο της υπέρτατης αφθονίας.
Όπως κι εσύ, πρέπει κι εγώ να δύσω, όπως το λεν κ' οι άνθρωποι που προς αυτούς πηγαίνω.
Λοιπόν, ευλόγησε με, γαλήνιο μάτι, εσύ που μπορείς να βλέπεις χωρίς φθόνο, ακόμα και την πιο μεγάλη ευτυχία.
Ευλόγησε την κούπα που θέλει να ξεχειλίσει, έτσι που τα νερά να ξεχυθούν από αυτήν χρυσά, αντανακλώντας τη χαρά σου, πάνω απ'ολόκληρο τον κόσμο.
Ω ναί. Αυτή η κούπα θέλει πάλι να αδειάσει κι ο Ζαρατούστρα θέλει πάλι να γίνει άνθρωπος."
Έτσι ξεκίνησε η κάθοδος του Ζαρατούστρα.
~Φρειδερίκος Νίτσε~
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου